Η επιθετικότητα στην προσχολική ηλικία: Αίτια, μορφές, διαχείριση – Τι προμηνύει για την μελλοντική εξέλιξη του παιδιού
Η έκφραση επιθετικής συμπεριφοράς στα μικρά παιδιά αποτελεί ένα κοινωνικό πρόβλημα το οποίο εκδηλώνεται σε όλες τις μοντέρνες κοινωνίες. Σύμφωνα με έρευνες που έγιναν σε σημαντικά δείγματα παιδιών από την παιδική μέχρι και την εφηβική περίοδο, η επιθετικότητα αγγίζει τον υψηλότερο δείκτη στην ηλικία των τριών ετών (Hasan, Drolet, & Paquin, 2003). Η περίοδος της προσχολικής ηλικίας αποτελεί την ιδανική περίοδο για την πρόληψη και θεραπεία των περιπτώσεων χρόνιας σωματικής επιθετικότητας. Τα παιδιά που, κατά την προσχολική περίοδο δεν μαθαίνουν πώς να επιλύουν το πρόβλημα της επιθετικής συμπεριφοράς τους, κινδυνεύουν να έχουν πολλά προβλήματα στη συνέχεια της ζωής τους. Έχουν την τάση να είναι υπερενεργητικά, ανήσυχα, απρόσεκτα και να αρνούνται την βοήθεια αυτών που έχουν ανάγκη. Έρευνες καταδεικνύουν ότι η επιθετικότητα και η κοινωνική αγωγή, στο εξελικτικό αυτό στάδιο, αποτελούν δυο βασικούς παράγοντες πρόγνωσης της μελλοντικής έλλειψης προσαρμοστικότητας των εφήβων.
Το οικογενειακό περιβάλλον, κάτω από οπουδήποτε δομή και σε κάθε ιστορική περίοδο, αποτέλεσε το πλαίσιο μέσα στο οποίο το παιδί ζει και αναπτύσσεται, τα πρώτα πιο σημαντικά χρόνια της ζωής του. Η σχέση του παιδιού με το οικογενειακό πλαίσιο χαρακτηρίζεται δικαίως αμφίδρομη, εφόσον η οικογένεια επιδρά στην ανάπτυξη του παιδιού και συγχρόνως η ίδια δέχεται την επιρροή της ύπαρξης ενός ή περισσοτέρων παιδιών, στους κόλπους της.Η ικανοποίηση των βιολογικών και συναισθηματικών αναγκών, η ενίσχυση ισχυρών δεσμών και παροχής ασφαλούς πλαισίου, η κοινωνικοποίηση, το στυλ της γονεϊκής συμπεριφοράς(child rearing practices) και η ενίσχυση των διαπροσωπικών σχέσεων, είναι κάποιες από τις δράσεις των γονέων που θα οδηγήσουν το παιδί, στην ομαλή ή όχι, ένταξη του σε έξωσυστημικές ομάδες. Σύμφωνα με την Αμερικανίδα ερευνήτρια Diana Baumrind, η γονεϊκή συμπεριφορά μπορεί να αποδοθεί με δυο τρόπους. Ο ένας αναφέρεται στις απαιτήσεις και την άσκηση ελέγχου και ο δεύτερος στον βαθμό ανταπόκρισης και το ενδιαφέρον. Η “ανώμαλη” ανάπτυξη της συμπεριφοράς θεωρείται ότι οφείλεται σε σοβαρή διαταραχή της πρώιμης φροντίδας που παρέχεται στο παιδί (εξ αυτού και ο όρος «αντιδραστική»), η οποία περιγράφεται ως «επίμονη παραμέληση των βασικών συναισθηματικών αναγκών του παιδιού για ανακούφιση, ερεθίσματα και στοργή», «επίμονη παραμέληση των βασικών σωματικών αναγκών του παιδιού», ή «επανειλημμένες αλλαγές του βασικού προσώπου που έχει τη φροντίδα του (primary caregiver), οι οποίες εμποδίζουν το σχηματισμό σταθερού δεσμού (stable attachment)».
Η υπόθεση της απογοήτευσης– επιθετικότητας του Dollard υποστηρίζει ότι κάθε μορφή απογοήτευσης οδηγεί σε επιθετικότητα και ότι η επιθετικότητα με τη σειρά της οδηγεί πάντα σε απογοήτευση. Η υπόθεση του Dollard ότι η απογοήτευση συνδέεται πάντα με την επιθετικότητα, ήταν αυτή που οδήγησε στη διεξαγωγή των πρώτων εμπειρικών ερευνών για την επιθετικότητα (Coie, Dodge & Lynam, 2006). Σύμφωνα με την θεωρία της Gestalt η επιθετικότητα είναι η ενέργεια που παράγει και επενδύει ο οργανισμός για να αλληλεπιδράσει με το περιβάλλον. Παλιές απαγορεύσεις που παραμένουν εκτός του πεδίου επίγνωσις, μας διασπούν και πολώνουν την «επιθετική μας ενέργειά» ,εμποδίζοντας τη ροή της προς την επαφή, την ικανοποίηση και τη διεύρυνση του εν δυνάμει εαυτού μας στο παρόν. Σύμφωνα με την θεωρία της επεξεργασίας κοινωνικών πληροφοριών του Dodge, υποστηρίζεται, ότι το παιδί εισέρχεται σε μια κοινωνική κατάσταση έχοντας μια βάση δεδομένων από παρελθούσες εμπειρίες. Η επιθετικότητα στα παιδιά προσχολικής-σχολικής ηλικίας , εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο επεξεργάζονται και ερμηνεύουν τα εξωτερικά – περιβαλλοντολογικά σήματα θυμού και απογοήτευσης. Οι αναμνήσεις των παιδιών από προηγούμενες εμπειρίες μάθησης συμπεριλαμβάνουν συναισθηματικούς αλλά και φυσιολογικούς παράγοντες, οι οποίοι με τη σειρά τους επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο θα αντιδράσει το άτομο σε μια δεδομένη κατάσταση.
Οι μορφές επιθετικής συμπεριφοράς στην παιδική ηλικία είναι διάφορες, ενώ εκφράζονται ποικιλοτρόπως. Το παιδί προκειμένου να διεκδικήσει τις επιθυμίες του και να εκδηλώσει τις επιθετικές του προθέσεις επιστρατεύει τεχνικές που του είναι κάθε φορά διαθέσιμες. Άλλοτε χρησιμοποιεί τις φωνές, το κλάμα και την σωματική βία προς άλλους και άλλες φορές στρέφει την επιθετική συμπεριφορά στον εαυτό του. Κάποια παιδιά την εκφράζουν λεκτικά ενώ κάποια άλλα την εκδηλώνουν προκαλώντας θεατρικά την αποκλειστικότητα της προσοχής των γύρω τους. Οι εκρήξεις θυμού και η επιθετικότητα αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνικοποίησης του παιδιού, που από τους πρώτους κιόλας μήνες εμφανίζονται, σε συνάρτηση με την τάση διεκδικητικότητας ή παθητικότητας ως ατομικό χαρακτηριστικό(ενδογενή στοιχεία). Καθώς το παιδί μεγαλώνει οι εκδηλώσεις θυμικής διέγερσης μειώνονται, ενώ παράλληλα αυξάνεται η εχθρική, εκδικητικού τύπου, επιθετικότητα. Ο αυτό έλεγχος που αναπτύσσεται όσο το παιδί μεγαλώνει, διαδραματίζεται επίσης σημαντικό ρόλο, καταστέλλοντας την ανάγκη για ανοιχτή-άμεση έκφραση της εχθρότητας.
“Πότε η επιθετική διάθεση του παιδιού εξελίσσεται σε παθολογία ”
• Όταν το παιδί αντενεργεί σε υπερβολικό βαθμό και στις περισσότερες περιστάσεις.
• Όταν οι αντιδράσεις του παιδιού προκαλούνται από από μη προφανείς και δικαιολογημένες εξωτερικές αφορμές.
• Κάθε φορά που παρατηρούμε ότι οι επιθετικές αντιδράσεις του καταλήγουν σε καταστροφικότητα και βανδαλισμούς.
• Αν διαπιστώνουμε στην συμπεριφορά του παιδιού χαρακτηριστικά εχθρότητας και έντονης ζήλιας.
• Η επιθετική στάση του παιδιού, οφείλεται συχνά στον τρόπο διαπαιδαγώγησης και διαχείρισης της κατάστασης, εξαιτίας της χαλαρής πειθαρχίας και της εχθρικής συμπεριφοράς των γονέων προς αυτό(σε συνάρτηση).
• Όταν οι γονείς ενοχοποιούν την επιθετική συμπεριφορά των παιδιών τους, ενώ ταυτόχρονα προσπαθούν να τα οριοθετήσουν εξαπολύοντας απειλές ή ασκώντας έστω και ήπιες σωματικές τιμωρίες. Συνήθως το παιδί θα ανταποδώσει με εντονότερη επιθετικότητα.
• Αν το οικογενειακό περιβάλλον δείχνει ανοχή και αδιαφορία στις εκρήξεις θυμού των παιδιών, είτε αυτές στρέφονται στους ίδιους είτε εναντίον άλλων.
• Όταν δεν ακολουθείτε κι από τους δύο γονείς μια κοινή γραμμή διαπαιδαγώγησης και αντιμετώπισης φαινομένων επιθετικότητας. Το παιδί βρίσκεται σε σύγχυση, ταυτίζεται με την άποψη του ελαστικού γονέα και η προσπάθειες πειθαρχίας πέφτουν στο κενό.
• Όταν καλλιεργείτε στην οικογένεια ένα έντονα καταπιεστικό και απαγορευτικό κλίμα μέσα από παράλογους περιορισμούς και επαναλαμβανόμενα «πρέπει» και «μη».
• Η έλλειψη ισορροπίας, οδηγεί άλλοτε σε τεράστια ανεκτικότητα, χωρίς κανένα ίχνος ελέγχου των παρορμήσεων του παιδιού και άλλες φορές σε γονείς που επιτίθενται αποτελώντας το ισχυρότερο πρότυπο εχθρότητας.
“Αποτελεσματικοί τρόποι διαχείρισης της επιθετικής συμπεριφοράς”
• Δημιουργήστε ένα εξατομικευμένο πλάνο παρέμβασης με βάση τις ανάγκες και τα ατομικά χαρακτηριστικά του παιδιού και του περιβάλλοντος του.
• Αποφύγετε να επιπλήξετε το παιδί υποβάλλοντας σκληρές ή αυστηρές τιμωρίες, με κίνδυνο να ενισχύεται τον φαύλο κύκλο επίδειξης ισχύος και δύναμης (ματαίωση-αγανάκτηση-θυμός-επιθετικότητα-αντεπίθεση).
• Χρησιμοποιήστε τεχνικές συμπαθητικής κατανόησης καλλιεργώντας του την διάθεση για συνεργασία και εν συναίσθηση. Αφού περάσει ο θυμός εξηγήστε του τι ακριβώς ήταν απαράδεκτο στην συγκεκριμένη συμπεριφορά, πως ένιωσαν οι γύρω του και κυρίως πως λειτουργεί μακροπρόθεσμα για το ίδιο το παιδί η συμπεριφορά αυτή(συνέπειες όπως αρνητικά συναισθήματα, περιθωριοποίηση, χαμηλή αυτοεικόνα).
• Απομακρύνεται το παιδί από την υπόλοιπη ομάδα αν αντιλαμβάνεστε ότι η συμπεριφορά του αυτή πυροδοτείτε από την ανάγκη του να τραβά την προσοχή (διακοπή της ενίσχυσης).
• Εφαρμόστε συμπεριφορικές τεχνικές διαφορικής ενίσχυσης, αμείβοντας το παιδί μόνο όταν επιδεικνύει θετικά και συνεργατικά πρότυπα διαγωγής.
• Αποτρέψετε αποφασιστικά-άμεσα κάθε προσπάθεια του παιδιού να προβαίνει σε επιθετικές ενέργειες ώστε να γίνει συνήθεια η αναστολή των πράξεων του (παθητική αναστολή). Προσφέρετε κάθε φορά ένα θετικό ερέθισμα πριν ακόμα ξεκινήσει η φασαρία , αποσπώντας του την προσοχή.
• Επιβραβεύστε την προσπάθεια του να ασκεί έλεγχο στις παρορμήσεις του.
• Διερευνήστε περαιτέρω την αδυναμία του να διαχειρίζεται τα συναισθήματά του. Εκτός από μαθημένος και παγιωμένος τρόπος αντίδρασης, η επιθετικότητα σχετίζεται άμεσα με την παρεμπόδιση ικανοποίησης αναγκών, την σύγκρουση κινήτρων ,το άγχος, τις ενδοψυχικές συγκρούσεις και οποιαδήποτε ανασφάλεια και απογοήτευση βιώνει το παιδί στο περιβάλλον.
• Απευθυνθείτε σε κάποιο ειδικό αν αισθάνεστε αποθαρρυμένοι και ότι η κατάσταση είναι πλέον εκτός ελέγχου.
Η οικογενειακή “αταξία” που επικρατεί, οι ρόλοι που δεν θεωρούνται πλέον ξεκάθαροι ανάμεσα στους συζύγους , οι «εξωτερικές» κρίσεις που συναντούν τη μέση ελληνική οικογένεια, προκαλούν καταπίεση και επιθετική διάθεση στα μέλη της, “καλώντας” τα παιδιά να παίξουν εκείνα ρόλους «συναισθηματικού συντρόφου», «θεραπευτή» των δυσλειτουργιών ,καθώς και να βάλουν σε «τάξη» το όποιο οικογενειακό «χάος», που οι γονείς δεν κατόρθωσαν να διαχειριστούν. Το παιχνίδι της εξουσίας, όταν δεν εκτονώνεται ικανοποιητικά, διοχετεύεται επιθετικά στις οικογενειακές και στις διαπροσωπικές σχέσεις, με τα παιδιά να μην γνωρίζουν τα όρια τους, τα βαθιά συναισθήματα αλλά και τις ανοχές τους στις ψυχοπιεστικές καταστάσεις.
Όταν ένα παιδί αισθάνεται άσχημα ψυχολογικά,το πρώτο σύμπτωμα που εκδηλώνει είναι η επιθετική συμπεριφορά απέναντι στους άλλους. Αυτό καταδεικνύει ότι δεν έχει αναπτύξει δεξιότητες επικοινωνίας,ότι κάποιο φαντασιακό ή πραγματικό κενό επιχειρεί να καλύψει με τεχνικές αντιστάθμισης .Δηλαδή την επικοινωνία,το αίτημα του,το εκφράζει με αρνητικό και ανεπιθύμητο τρόπο. Το σημείο στο οποίο οφείλουμε κυρίως να εστιάσουμε ως γονείς είναι ότι τα παιδιά που εκφράζονται επιθετικά, αισθάνονται απογοητευμένα και εξαιτίας της επιθετικότητας που χρησιμοποιούν ως άμυνα, γίνονται ολοένα και βαθύτερα πιο δυστυχισμένα.