Οριοθέτηση και πειθαρχία στην ανεπιθύμητη συμπεριφορά του παιδιού
Όλο και πιο συχνά, το τελευταίο διάστημα, αναγνωρίζεται η δυσκολία και οι αναρίθμητες απαιτήσεις του γονικού ρόλου στην ανάπτυξη του παιδιού. Οι αγωνίες, τα άγχη και οι ενοχές των κηδεμόνων φουντώνουν κάθε φορά που μια δυσκολία εμφανίζεται, με αποτέλεσμα να αισθάνονται αποθαρρυμένοι και αποτυχημένοι στον ρόλο τους. Οι συμπεριφορές , οι αντιδράσεις και η δυναμική της σχέσης με τα παιδιά ή τους εφήβους, συμβαίνουν συνήθως αυτόματα, οπότε προκύπτουν επανειλημμένως θέματα που οδηγούν τους γονείς σε συμπεράσματα του τύπου : «κάνω τα πάντα λάθος», «δεν γνωρίζω πως να συμπεριφερθώ», «είμαι ακατάλληλος γονιός» κ.α.
Μια συχνή αιτία οικογενειακής έκρηξης αποτελεί η αδυναμία καθορισμού σαφών-λογικών ορίων, που δυστυχώς τις περισσότερες των περιπτώσεων, εκφράζεται, είτε με την μορφή υπερβολικής αυστηρότητας, είτε με ασυνήθιστη επιείκεια και αδιάφορη στάση σχετικά με το θέμα της πειθαρχίας (παραίτηση). Η επίτευξη ισορροπίας είναι μια σύνθετη διαδικασία διαπαιδαγώγησης που προϋποθέτει αυτογνωσία των γονέων και κυρίως αποδοχή, του ότι δεν υφίσταται ο ιδανικός γονιός (αλάνθαστος), παρά μόνο, αυτός που αναγνωρίζει τα λάθη, στοχεύοντας σε πιο αποτελεσματικές και αποδοτικές συμπεριφορές.
Η ψυχολογική σημασία των ορίων στην ψυχο-κοινωνική εξέλιξη του ατόμου
• Οι κανόνες και τα όρια συμβάλλουν στην διαμόρφωση της ισορροπίας της εξουσίας, μεταξύ των μελών μιας οικογένειας.
• Διαμορφώνονται κυρίως, περίπου μέχρι την ηλικία των πέντε.
• Έρευνες δείχνουν πως, η προσπάθεια των γονέων να ασκήσουν γονικό “έλεγχο” στις δραστηριότητες του παιδιού, με δημοκρατικό και εύκαμπτο τρόπο, προωθεί ένα σταθερό μοντέλο επιθυμητής συμπεριφοράς..
• Η θέσπιση και διατήρηση των ορίων ενισχύουν την καλή επικοινωνία και τον διάλογο με επιχειρήματα, μεταξύ γονέα-παιδιού / εφήβου.
• Τα παιδιά μέσα από την οριοθέτηση διδάσκονται τον εσωτερικό έλεγχο(αυτορρύθμιση), νιώθουν ασφάλεια, ενώ παράλληλα γνωρίζουν τις δυνατότητες και τα αληθινά τους συναισθήματα.
• Έχει παρατηρηθεί πως οι γονείς που έχουν υψηλές προσδοκίες από τα παιδιά τους, τα ενισχύουν στο αισθάνονται ικανά και περήφανα για τον εαυτό τους.
• Βιώνουν συναισθηματική σταθερότητα και είναι σε θέση να οργανώνουν την σκέψη τους σε περιόδους “κρίσεων”.
• Εκπαιδεύονται στο να αναλαμβάνουν τις φυσικές συνέπειες των ανεπιθύμητων συμπεριφορών, μαθαίνουν μέσα από τα λάθη και γίνονται υπεύθυνα.
• Αποκτούν εν’ συναίσθηση(“μπαίνουν στα παπούτσια του άλλου”). Τα παιδιά που σέβονται τα όρια των άλλων, δύσκολα επιτρέπουν και στους άλλους να παραβιάζουν τα δικά τους.
• Προσαρμόζονται εύκολα κοινωνικά, εντάσσονται ομαλά στην ομάδα και αναπτύσσουν αίσθημα συνεργασίας με τα υπόλοιπα μέλη(αποδοχή διαφορετικότητας, κατανόηση των κανόνων της ομάδας, ανάπτυξη κριτικής σκέψης). Η ομάδα τα αποδέχεται εύκολα.
• Αποκτούν καλή αυτό-εκτίμηση και μαθαίνουν μέσα από την πειθαρχία να σέβονται τον εαυτό τους και τους γύρω τους. Μαθαίνουν να κερδίζουν αλλά και να χάνουν.
• Γίνονται ανεξάρτητες προσωπικότητες, αισθάνονται πως τα καταφέρνουν.
• Η οριοθέτηση “προβλέπει” το περιβάλλον του παιδιού ,κι εκείνο γνωρίζει τα πλαίσια μέσα στα οποία ενεργεί. Γνωρίζει εξ’ αρχής τις προσδοκίες και τις “απαιτήσεις” των σημαντικών άλλων της ζωής του, με αποτέλεσμα να αισθάνεται ελεύθερο, ασφαλές και χωρίς άγχος.
• Μέσα από την παρατήρηση της συμπεριφοράς των γονέων, διαμορφώνουν την δική τους αντίληψη για το τι σημαίνει γονιός.
Προτάσεις θέσπισης ορίων στην συμπεριφορά των παιδιών
• Η πειθαρχία και η οριοθέτηση , ουδεμία σχέση έχουν με την τιμωρία, την άσκηση βίας ή την αυταρχική στάση απέναντι στο παιδί. Τα όρια που θέτονται με διάλογο, δικαιοσύνη και διαπραγμάτευση, δεν θίγουν την προσωπικότητα και την αυτοεκτίμηση του, αντιθέτως προάγουν την μάθηση και τους θετικούς τρόπους αλληλεπίδρασης.
• Με γνώμονα την ιδιοσυγκρασία και τις ατομικές ανάγκες του παιδιού, θέστε όρια στο περιβάλλον και την συμπεριφορά του. Όλα τα παιδιά δεν είναι ίδια (το ίδιο ευαίσθητα, για παράδειγμα).
• Διαμορφώστε ασφαλές περιβάλλον και επιτρέψτε του να κινείται με αυτονομία μέσα σε αυτό, χωρίς να χρειάζεται συνεχώς να το περιορίζεται.
• Προσαρμόστε τους κανόνες και τα όρια με βάση το αναπτυξιακό στάδιο του παιδιού και την ικανότητα του να ανταποκρίνεται σε αυτά. Παράδειγμα, για ένα παιδί άνω των δύο ετών, τα όρια θα πρέπει να ακολουθούνται από αιτιολόγηση, για ποιο λόγο υπάρχουν οι κανόνες, τι εξυπηρετούν, ποιες είναι οι φυσικές συνέπειες παραβίασης, πως νιώθουν γι αυτό οι υπόλοιποι. Σε νεαρότερες ηλικίες αποσπούμε την προσοχή του παιδιού προσφέροντας ένα καινούργιο ερέθισμα.
• Τα παιδιά μέσα από την εξερεύνηση διδάσκονται την ζωή και προσαρμόζονται σταδιακά στις απαιτήσεις του περιβάλλοντος. Διαχωρίστε τους κανόνες με βάση την βαρύτητα τους, σε σημαντικούς ή λιγότερο και διευρύνετε τα όρια, σε περιπτώσεις που η “ανάπτυξη” του το απαιτεί. Ένας έφηβος, παραδείγματος χάριν, που διεκδικεί δικαιώματα και ελευθερίες, δεν μπορεί να οριοθετηθεί ούτε σαν να ήταν ενήλικας αλλά ούτε και σαν παιδί. Εξίσου ευέλικτη λοιπόν αναμένεται να είναι και η ελευθερία που δικαιούται, αλλά μπορεί παράλληλα να διαχειριστεί.
• Αναρωτηθείτε σχετικά με τους χειρισμούς που δεν λειτουργούν και αντικαταστήστε τους, δοκιμάζοντας άλλες πιο αποδοτικές μεθόδους.
• Μείνετε ευέλικτοι και διαπραγματευτείτε τα όρια, καθώς υπάρχουν ορισμένες περιπτώσεις, που η έντονη άσκηση γονικού ελέγχου, ενισχύει το παιχνίδι εξουσίας γονιού-παιδιού. Η σχέση δοκιμάζεται καθώς και η αποτελεσματικότητα των παρεμβάσεων του γονέα.
• Ακούστε προσεκτικά τις ανάγκες και τα κίνητρα της συμπεριφοράς του και προτείνετε εναλλακτικές προτάσεις, έτσι ώστε να ικανοποιηθεί το αίτημα του έως ένα σημείο, κι εσείς να νιώθετε ταυτόχρονα ότι έχετε τον έλεγχο. Με τον τρόπο αυτό και οι δύο πλευρές αισθάνονται δικαιωμένες.
• Προτιμάτε να χαρακτηρίζετε τις πράξεις του και όχι το ίδιο, αποφύγετε τις ταμπέλες γιατί λειτουργούν σαν αυτό εκπληρούμενες προφητείες και παράλληλα διαστρεβλώνουν την εικόνα τους («αυτό που έκανες ήταν ανήθικο» αντί για «είσαι ανήθικος»).
• Αν παραβεί τους κανόνες και τις συμφωνίες που από κοινού θέσατε, εξηγήστε με σιγουριά και σε ήρεμους τόνους, πως δεν θα επιτρέψετε ξανά αυτήν την συμπεριφορά όσο είναι στο χέρι σας και εφαρμόστε σταθερά τις συνέπειες που την ακολουθούν, αν επιμένει σ’ αυτήν..
• Όταν η ένταση κοπάσει (μετά από ένα time out), αγκαλιάστε το παιδί και πείτε του πως το αγαπάτε και πως δεν είστε ευχαριστημένοι όταν επαναλαμβάνει την συμπεριφορά. Μιλήστε για όσα αισθάνεστε, διατηρείστε μια καλή οπτική επαφή μαζί του και αποφύγετε το ενδεχόμενο να συσσωρεύεται τον θυμό που ενδεχομένως νιώθετε και οι δύο.
• Η στάση των γονέων συμβάλλει καθοριστικά στην διαδικασία της αυτονόμησης και της συναισθηματικής ωριμότητας του παιδιού, γι’ αυτό αναθέστε τους χωρίς φόβο και πάθος, τις ευθύνες και το “κόστος” της ανεπιθύμητης συμπεριφοράς τους.
• Αν παρόλη την προσπάθεια, εκείνο καταπατά τους κανόνες, συζητήστε μαζί του το πρόβλημα και σαν να ήταν συνεργάτης σας, επιτρέψτε του να συμμετέχει στο να βρείτε μια λύση. Κάντε συμφωνίες που να στηρίζονται στην λογική και να έχουν νόημα (αν ο κανόνας για παράδειγμα είναι, να μαζεύουν τα παιχνίδια και εκείνα αρνούνται πεισματικά, θέστε (και εφαρμόστε) ως συνέπεια την στέρηση των παιχνιδιών για δύο ημέρες). Αρχικά θα επαναστατήσουν στην αλλαγή, αν όμως μείνετε σταθεροί και αποφασισμένοι, το μέτρο στέφεται με επιτυχία.
• Επιβραβεύστε την προσπάθεια του και επαινέστε το κάθε φορά που ανακτά τον έλεγχο των ενεργειών του («Πόσο χαίρομαι που κατάφερες να συγκρατηθείς»).
• Γίνεται θετικά πρότυπα μίμησης και αποφύγετε τα διπλά μηνύματα ( π.χ. Του ζητάτε να μην μιλάει φωνάζοντας δυνατά , ενώ την ίδια στιγμή μπορεί να κάνετε το ίδιο).
• Ακολουθείτε, όσο είναι δυνατόν, κοινή γραμμή ανατροφής των παιδιών με τον/την σύζυγο ή όσους συμβάλλουν σε αυτήν. Οι διφορούμενες αντιλήψεις μπερδεύουν και στερούν από τα παιδιά την ευκαιρία να γνωρίσουν τον εαυτό τους καθώς και τα εσωτερικά τους όρια.
Η πειθαρχία και η οριοθέτηση της συμπεριφοράς είναι το δεύτερο σε σημασία αγαθό, που μπορεί ένας γονιός να προσφέρει στο παιδί του, μετά την αγάπη. Τα παιδιά που κατορθώνουν τελικά να συγκρατηθούν και να “σταματήσουν” τον εαυτό τους , αισθάνονται ικανοποίηση και σιγουριά στο παρόν, αλλά και στο μέλλον. Αντιθέτως, η έλλειψη ορίων δημιουργεί την αίσθηση ότι υπάρχει μια χαοτική ατμόσφαιρα, την οποία δεν μπορεί από μόνο του να διαχειριστεί, κι αυτό προκαλεί ματαίωση αλλά και απογοήτευση. Επίσης το «κακομαθημένο» παιδί αναζητά την προσοχή, την οποία όμως κερδίζει μέσα από συνεχείς επιπλήξεις και υποτιμητικούς για την προσωπική του αξία, χαρακτηρισμούς. Εισπράττει την απόρριψη από το περιβάλλον και ενεργεί συνήθως με βάση την αρνητική άποψη που σχηματίζουν οι γύρω του γι’ αυτό.
Η διδασκαλία των ορίων θεωρείται πράγματι δύσκολη δουλειά, διότι πολλές φορές οι προσωπικές μας, “βαθιές” αντιλήψεις για το πώς πρέπει να αντιδρούμε την ώρα που είμαστε (και δικαιολογημένα), πολύ θυμωμένοι, εκφράζονται αυτόματα (φωνές, νευρικότητα, επιθετικότητα, ταμπέλες, παραίτηση, επιείκεια). Η συνειδητοποίηση και η αποδοχή της παγιωμένης αντίδρασης, προσφέρουν στον γονέα την αυτοπεποίθηση και την σιγουριά που χρειάζεται, ώστε να ασκεί αποτελεσματικότερο γονικό έλεγχο, χωρίς να χρειάζεται να κάνει συνεχώς κήρυγμα. Γνωρίζοντας καλύτερα εμάς και τα παιδιά μας, αυξάνουμε τις πιθανότητες να χαιρόμαστε περισσότερο, έναν από τους σημαντικότερους ίσως ρόλους, αυτόν του Γονέα!
Καλή επιτυχία
Βικτωρία Χαλκιά-Ντότσικα